- Τροφώνιος
- Μυθολογικό πρόσωπο, γιος του Απόλλωνα και της Επικάστης, του Δία και της Ιοκάστης ή του Εργίνη, βασιλιά του Ορχομενού των Μινυών. Τον συγχέουν επίσης με τον Χθόνιο Ερμή, και γι’ αυτό τον έλεγαν γιο του Βάκχου και της Περσεφόνης. Παιδιά του Τ. αναφέρονται ο Άλκανδρος και η Έρκυνα. Μαζί με τον αδελφό του Αγαμήδη, διακρίθηκαν ως αρχιτέκτονες, και λέγεται πως κατασκεύασαν τον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς. Στα δυο αδέλφια αποδίδεται επίσης το ιερό του Απόλλωνα στις Παγασές, ο ναός του Ποσειδώνα έξω από τη Μαντίνεια, και ο Θησαυρός του Αυγεία στην Ήλιδα. Οικοδόμησαν επίσης τον Θησαυρό του Υριέα, στην Υρία (Λιβαδειά). Κατά τη μυθολογία, όταν κατασκεύασαν αυτό τον θησαυρό, τα δυο αδέλφια άφησαν μια κρυφή είσοδο, για να μπορούν να μπαίνουν και να παίρνουν από τον κρυμμένο Θησαυρό του Υριέα. Ο Yριέας όμως αντιλήφθηκε πως ο χρυσός του είχε αρχίσει να ελαττώνεται και έστησε παγίδα, στην οποία πιάστηκε ο Αγαμήδης. Ο Τ. για να μην αναγνωριστεί ο κλέφτης, έκοψε το κεφάλι του αδελφού του, αλλά αμέσως εξαφανίστηκε και ο ίδιος μέσα σε ένα χάσμα, τον Βόθρο Αγαμήδους, στο άλσος της Λιβαδειάς, όπου ιδρύθηκε κατά τον Παυσανία και στήλη. Από τότε, ο Τ. θεοποιήθηκε, και το μαντείο του έγινε γνωστό στο πανελλήνιο. Το μαντείο βρισκόταν μέσα στο άλσος, και υπήρχε εκεί ναός και άγαλμα, έργο του Πραξιτέλη. Πριν προσφύγουν στο μαντείο, εκείνοι που ζητούσαν χρησμό εκτελούσαν ορισμένες τελετουργίες, ενώ έμεναν μερικές μέρες στο ιερό του Αγαθού Δαίμονος και της Αγαθής Τύχης, υπέβαλλαν τον εαυτό τους σε μια ορισμένη δίαιτα και σε καθαρμό, και προσέφεραν θυσίες στον Τ. και στα παιδιά του, στον Απόλλωνα, στον Κρόνο, στον Δία Βασιλέα, στην Ήρα Ηνιόχη και στη Δήμητρα Ευρώπη, που αναφερόταν ως τροφός του Τ. Κάθε φορά που έκαναν θυσία, ένας μάντης εξέταζε τα σπλάχνα του ζώου και έλεγε αν ήταν ευνοϊκή ή όχι η προσφυγή στον Τ. Τη νύχτα που γινόταν η κατάβαση στο άδυτο, θυσίαζαν έναν κριό στον Βόθρο του Αγαμήδη. Έπειτα, εκείνος που ζητούσε συμβουλή από το μαντείο πήγαινε με οδηγούς δυο παιδιά 13 χρόνων, που τα αποκαλούσαν Ερμείς, στον ποταμό Έρκυνα, όπου λουζόταν και αλειφόταν με λάδι. Τον οδηγούσαν μετά στην πηγή της Λήθης και της Μνημοσύνης, όπου έπινε από καθεμία νερό, για να ξεχάσει όσα πράγματα τον είχαν απασχολήσει προηγουμένως και να θυμάται μόνο όσα θα δει κατά την κατάβαση. Οι ιερείς αποκάλυπταν τότε το άγαλμα του T., που ήταν έργο του Δαίδαλου, και μπροστά στο οποίο έκανε ευχές. Τελικά τον οδηγούσαν στο μαντείο, με λινό χιτώνα. Ο χώρος μπροστά από το μαντείο ήταν από λευκό μάρμαρο και είχε χάλκινο κιγκλίδωμα, και μέσα στον περίβολο υπήρχε ένα τεχνητό σπήλαιο, που έμοιαζε με κλίβανο και η κατάβασή του γινόταν με φορητή κλίμακα που ήταν στενή και ελαφριά. Κατέβαινε την κλίμακα κρατώντας σε κάθε χέρι πλακούντες από μέλι και έφτανε σε μια τρύπα που ήταν στο τοίχωμα του οικοδομήματος, όπου κατέληγε μια στοά πλάτους δύο σπιθαμών και οδηγούσε στο άντρο του Τ. Μόλις έβαζε το πόδι του στην τρύπα, μια ισχυρή δίνη τον παρέσυρε στο βάθος. Εκείνοι που έφταναν εκεί, αφού έβλεπαν και άκουγαν, ρίχνονταν έξω από το άνοιγμα με τα πόδια μπροστά και αναίσθητοι. Αλλά κανείς δεν πέθανε, εκτός από κάποιον Δημήτριο, που το πτώμα του βρέθηκε σε άλλο μέρος χωρίς να έχει βγει από το στόμιο. Εκείνον που έβγαινε από το μαντείο τον κάθιζαν στον θρόνο της Μνημοσύνης, κοντά στο άδυτο, και οι ιερείς τον ρωτούσαν για όσα είδε και άκουσε. Κατόπιν τον παρέδιδαν στους συγγενείς του, που τον οδηγούσαν στον ναό της Αγαθής Τύχης και του Αγαθού Δαίμονος, ενώ ο ίδιος κατεχόταν ακόμα από φόβο και δεν αναγνώριζε τους γύρω του. Αργότερα συνερχόταν, αλλά ο νευρικός κλονισμός του άφηνε ένα είδος μελαγχολίας, που έγινε παροιμιώδης. Έλεγαν μάλιστα, όταν κάποιος έπασχε από μελαγχολία, ότι εκ Τροφωνίου μεμάντευται.
Dictionary of Greek. 2013.